Αρνητικά συνεχίζουν να εξελίσσονται οι συνθήκες ρευστότητας στην Ευρωζώνη, απόρροια της νομισματικής πολιτικής που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αυξάνοντας τον κίνδυνο ύφεσης στο προσεχές διάστημα. Τον περασμένο Ιούλιο ήχησε το πρώτο καμπανάκι για την οικονομία της Ευρωζώνης, όταν τα στοιχεία της ΕΚΤ έδειξαν ότι η προσφορά χρήματος συρρικνώθηκε για πρώτη φορά έπειτα από 13 χρόνια. Τα νέα στοιχεία για τον Αύγουστο επιβεβαίωσαν την τάση και ταυτόχρονα έδειξαν μια μεγάλη πτώση του ρυθμού μεταβολής των τραπεζικών χορηγήσεων, σε επίπεδα που αντιστοιχούν σε βαθιά ύφεση.
Εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων η ζήτηση για δάνεια από τον ιδιωτικό τομέα έχει μειωθεί αισθητά. Η ροή των τραπεζικών δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχει γίνει αρνητική σε τέτοιον βαθμό που συνάδει με συρρίκνωση του ΑΕΠ. Με βάση τη συσχέτιση που ίσχυε πριν από την πανδημία, η πιστωτική ώθηση, που συγκρίνει τη συνολική χρηματοδότηση με την ανάπτυξη του ΑΕΠ, δείχνει πτώση του ΑΕΠ μεγαλύτερη του 3%.
Σε συνδυασμό με τις περιορισμένες ροές κεφαλαίων, αποδεικνύεται ότι οι αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ συνεχίζουν να επηρεάζουν αρνητικά την οικονομία, αυξάνοντας την πιθανότητα ύφεσης. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι η ύφεση δεν είναι αναπόφευκτη και πως αν έρθει, θα είναι ήπια. Θεωρούν επίσης ότι οι περιορισμένες ροές δεν θα οδηγήσουν κατ’ ανάγκην σε κατάρρευση του πληθωρισμού.
Οι πιο πρόσφατες προβλέψεις της ΕΚΤ και της Κομισιόν κάνουν λόγο για ανάπτυξη 0,7% στην Ευρωζώνη το 2023 και 1% το 2024 και για πτώση του πληθωρισμού στο 5,6% φέτος, στο 3,2% το 2024 και στο 2,1% το 2025. Ανεξάρτητοι αναλυτές προβλέπουν αρκετά χαμηλότερη ανάπτυξη το 2023 και ίσως μηδενική ανάπτυξη το 2024.
Τα στοιχεία για τα τραπεζικά δάνεια αποκαλύπτουν τη μεγάλη επιφυλακτικότητα που κυριαρχεί στην οικονομία σε περιβάλλον περιοριστικής νομισματικής πολιτικής και αυξάνουν την πιθανότητα αδύναμων οικονομικών επιδόσεων στα επόμενα τρίμηνα. Στην Ελλάδα στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου η μηνιαία καθαρή ροή της συνολικής χρηματοδότησης ήταν αρνητική κατά 566 εκατ. ευρώ τον Αύγουστο και κατά 1,157 δισ. ευρώ τον Ιούλιο.
Η προσφορά χρήματος M3 μειώθηκε στην Ευρωζώνη κατά 1,3% σε ετήσια βάση, με τον δείκτη M1 να υποχωρεί κατά 10,4%, αντικατοπτρίζοντας τη στροφή των νοικοκυριών προς τις προθεσμιακές καταθέσεις για να εξασφαλίσουν υψηλότερο επιτόκιο για τα χρήματά τους.
Αναλυτές προειδοποιούν ότι ακόμη δεν μπορεί να γίνει πλήρως αισθητή η επίδραση της νομισματικής πολιτικής και η μεγάλη πτώση στη ροή των χρηματοδοτήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα θα φανεί στους επόμενους μήνες.
Νέες αναλύσεις προδικάζουν ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα αντιμετωπίσει προβλήματα μέσα στους επόμενους 18 μήνες, με πιθανότερο αποτέλεσμα μία ήπια ύφεση στα τρίμηνα που έρχονται. Οι μειωμένες τιμές της ενέργειας και οι βελτιωμένες συνθήκες στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες θα κρατήσουν τον πληθωρισμό σε πτωτική τροχιά, παρά την πρόσφατη άνοδο που σημείωσαν οι τιμές του πετρελαίου. Ο δομικός πληθωρισμός, τον οποίο εξετάζει η ΕΚΤ για να αποφασίσει για τα επιτόκια, προβλέπεται ότι θα υποχωρήσει από 5% σήμερα στο 3% στα μέσα του 2024. Αλλά η αγορά εργασίας θα παραμείνει «στενή» κι έτσι η ΕΚΤ δεν θα δει τον πληθωρισμό να φτάνει στο στόχο του 2% και να παραμένει εκεί έως τα τέλη του 2024.
ΠΗΓΗ: POWERGAME.GR