Οι νοσήσαντες με Covid-19 παραμένουν σε υψηλότερο κίνδυνο ψυχωσικών διαταραχών, άνοιας και παρόμοιων καταστάσεων για τουλάχιστον δύο χρόνια, σύμφωνα με μεγάλη μελέτη που υπογραμμίζει τον ρόλο των χρόνιων ασθενειών στον απόηχο της πανδημίας.
Το άγχος και η κατάθλιψη εμφανίζονται πιο συχνά μετά τον Covid συγκριτικά με άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού, με τον κίνδυνο να υποχωρεί συνήθως μέσα σε δύο μήνες, διαπίστωσαν ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Αντίθετα, τα γνωστικά ελλείμματα γνωστά στην καθομιλουμένη ως «ομίχλη του εγκεφάλου», επιληψία, επιληπτικές κρίσεις και άλλες μακροπρόθεσμες διαταραχές ψυχικής και εγκεφαλικής υγείας παρέμειναν αυξημένα 24 μήνες αργότερα, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη στο περιοδικό Lancet Psychiatry.
Η μελέτη
Τα ευρήματα, τα οποία βασίζονται σε αρχεία περισσότερων από 1,25 εκατ. ασθενών, προσθέτουν πληοροφορίες σχετικά τη δυνατότητα του ιού να προκαλεί «βαθιά» βλάβη στο κεντρικό νευρικό σύστημα και να επιδεινώνει το παγκόσμιο βάρος της άνοιας -η οποία στοίχισε περίπου 1,3 τρισ. δολάρια τη χρονιά που ξεκίνησε η πανδημία.
Η μελέτη ανέλυσε δεδομένα για 14 νευρολογικές και ψυχιατρικές διαγνώσεις από το δίκτυο ηλεκτρονικών μητρώων υγείας TriNetX, που περιείχαν μη ταυτοποιημένες πληροφορίες για περίπου 89 εκατ. ασθενείς, από παιδιά έως ηλικιωμένους. Τα 1,28 εκατ. άτομα με επιβεβαιωμένη διάγνωση κορωνοϊού κατά τη διετή περίοδο μελέτης αντιστοιχίστηκαν με ίσο αριθμό ασθενών με άλλη λοίμωξη του αναπνευστικού που λειτούργησε ως ομάδα ελέγχου.
Η πιθανότητα των περισσότερων νευρολογικών και ψυχιατρικών διαγνώσεων μετά τον Covid ήταν μικρότερη στα παιδιά από ότι στους ενήλικες. Σε αντίθεση με τους ενήλικες, δεν διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο διαταραχών διάθεσης ή άγχους και οποιοδήποτε γνωστικό έλλειμμα εμφάνισαν έτεινε να είναι παροδικό.
Ερευνητές της Οξφόρδης έδειξαν τον Μάρτιο ότι ακόμη και ένα ήπιο κρούσμα σχετίζεται με συρρίκνωση του εγκεφάλου που ισοδυναμεί με μια δεκαετία φυσιολογικής γήρανσης.
Τα συμπεράσματα
«Τα αποτελέσματα έχουν σημαντικές επιπτώσεις για τους ασθενείς και τις υπηρεσίες υγείας, καθώς υποδηλώνει ότι νέες περιπτώσεις νευρολογικών παθήσεων που συνδέονται με τη μόλυνση από τον Covid-19 είναι πιθανό να εμφανιστούν για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την υποχώρηση της πανδημίας», δήλωσε ο καθηγητής ψυχιατρικής και ο επικεφαλής της μελέτης, Πολ Χάρισον. Η εργασία υπογραμμίζει την ανάγκη για περισσότερη έρευνα για να κατανοηθεί γιατί συμβαίνει αυτό και τι μπορεί να γίνει για την πρόληψη και τη θεραπεία αυτών των καταστάσεων, πρόσθεσε.
«Είναι καλά νέα ότι ο υψηλότερος κίνδυνος διαγνώσεων κατάθλιψης και άγχους μετά τον Covid είναι σχετικά βραχύβιος και δεν υπάρχει αύξηση στον κίνδυνο αυτών των διαγνώσεων στα παιδιά», δήλωσε ο επιστήμονας Μαξ Τακέ που επίσης συμμετείχε στην έρευνα. «Ωστόσο, είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι ορισμένες άλλες καταστάσεις, όπως η άνοια και οι επιληπτικές κρίσεις, συνεχίζουν να διαγιγνώσκονται συχνότερα μετά τον Covid, ακόμη και δύο χρόνια αργότερα».
Το γεγονός ότι αυτοί οι κίνδυνοι παραμένουν αυξημένοι για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα υποδηλώνει ότι οι υποκείμενοι μηχανισμοί που τους οδηγούν επιμένουν και μετά την οξεία λοίμωξη, εξήγησαν οι ερευνητές. Οι πιθανές αιτίες περιλαμβάνουν βλάβη στα κύτταρα που καλύπτουν τα αιμοφόρα αγγεία, που οδηγεί σε θρόμβους αίματος και διαρροή του αιματοεγκεφαλικού φραγμού.
Ο εμβολιασμός πριν από τη νόσηση σχετίζεται με μειωμένους ή αμετάβλητους κινδύνους των περισσότερων νευρολογικών ή ψυχιατρικών εκβάσεων, είπαν οι συγγραφείς. Τα ποσοστά αυτών των προβλημάτων ήταν παρόμοια μετά την εμφάνιση των παραλλαγών Όμικρον και Δέλτα, υποδηλώνοντας ότι οι λοιμώξεις από κορωνοϊό μπορεί να συνεχίσουν να προκαλούν νευροψυχιατρικές ασθένειες ακόμη και όταν προκαλούν κατά τα άλλα λιγότερο σοβαρή νόσο.
ΠΗΓΗ: naftemporiki.gr