Την τεράστια τσιμεντοποίηση της «Αθηναϊκής Ριβιέρας» τα τελευταία 80 χρόνια αποκαλύπτει μια μελέτη επιστημόνων από το ΕΛΚΕΘΕ και το τμήμα Γεωλογίας του ΕΚΠΑ.
Η ακτογραμμή του Σαρωνικού, ειδικά στις κατοικημένες περιοχές, μοιάζει σαν να «έβρεξε» τσιμέντο και να πλημμύρισε εγκαταστάσεις. Την τεράστια τσιμεντοποίηση της «Αθηναϊκής Ριβιέρας» τα τελευταία 80 χρόνια αποκαλύπτει μια μελέτη επιστημόνων από το ΕΛΚΕΘΕ και το τμήμα Γεωλογίας του ΕΚΠΑ. Κυριολεκτικά αγνώριστη είναι η παραλία, όπως αποκαλυπτικά απεικονίζεται στις αεροφωτογραφίες του 1938 (τις οποίες επεξεργάστηκε η ερευνητική ομάδα) και στην αποτύπωση από τις σημερινές ψηφιακές αποτυπώσεις. Βεβαίως, 80 χρόνια δεν είναι λίγα, η μεγέθυνση του πολεοδομικού συγκροτήματος της πρωτεύουσας είναι πολύ μεγάλη, όπως και η αύξηση των χρήσεων (εμπορικών, τουριστικών κ.λπ.). Το οικολογικό αποτύπωμα όμως αυτής της περιόδου είναι εξαιρετικά βαρύ, πολλαπλά προβληματικό και βεβαίως πρωτοφανές στο διάβα των αιώνων.
Η ερευνητική ομάδα (Χρ. Αναγνώστου και Α. Κικάκη από ΕΛΚΕΘΕ, Α. Πετρόπουλος από Γεωλογικό ΕΚΠΑ) μελέτησε την κατάσταση από το Παλαιό Φάληρο μέχρι τη Βουλιαγμένη. «Πρόκειται για μια ακτογραμμή 17,6 χιλιομέτρων. Από αυτά, τα 6,01 χλμ. (32,2%) είναι ακτές στις οποίες δεν μπορεί να υπάρχει πρόσβαση λόγω εμποδίων από κατασκευαστικά έργα. Τα 4,80 χλμ. (27,2%) καλύπτονται από μαρίνες, κυματοθραύστες και άλλα ανάλογα έργα. Παραλίες με εισιτήριο είναι τα 880 μέτρα, το 5% του συνόλου, οι οποίες βρίσκονται στο τμήμα από Βούλα έως Βουλιαγμένη. Τέλος, ανοικτές στην πρόσβαση του κοινού παραλίες είναι μόνο τα 5,91 χλμ., δηλαδή το 33,6% της υπό εξέταση ακτογραμμής», λέει στην «Κ» ο κ. Χρήστος Αναγνώστου από το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών.
Σε αεροφωτογραφίες του 1938 που επεξεργάστηκαν οι ερευνητές εμφανίζονται ορισμένες οικιστικές περιοχές (Παλαιό Φάληρο, Καλαμάκι), η Γλυφάδα σε πολύ πρώιμο στάδιο και η Βούλα και η Βουλιαγμένη ως χωριά της εποχής. Το έδαφος καλύπτεται κυρίως από εκτεταμένες αγροτικές καλλιέργειες, ενώ η πρόσβαση στις ακτές (όπου είναι γεωμορφολογικά δυνατή) είναι ελεύθερη καθ’ όλο το μήκος. Μόνο μικροί προβλήτες διακόπτουν (χωρίς να εμποδίζουν) τη συνέχεια της ακτογραμμής. Ογδόντα χρόνια μετά πλήθος δομικών έργων έχουν διαμορφώσει ένα τσιμεντένιο τείχος στο μεγαλύτερο μέρος της ακτογραμμής, ενώ πυκνή δόμηση υπάρχει και στις περισσότερες παραλιακές περιοχές.
«Σήμερα έχει διαμορφωθεί ένας διπλός διαχωρισμός των ακτών της Αττικής. Πρώτον, από τον άνθρωπο, από τα εκατομμύρια κατοίκους του Λεκανοπεδίου, που για να μπορέσουν να κολυμπήσουν ή να έρθουν σε επαφή με τη θάλασσα (που αποτελεί ζωτική ανάγκη του ανθρώπου) πρέπει να μετακινηθούν πολλά χιλιόμετρα (είτε με Ι.Χ. είτε με μέσο μαζικής μεταφοράς), ταλαιπωρούμενοι, χάνοντας χρόνο, εκπέμποντας ρύπους. Σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να πληρώσουν και εισιτήριο. Δεύτερον, από τη γη, οι ακτές έχουν χάσει την τροφοδότηση από την ευρύτερη λεκάνη απορροής. Με τα φερτά υλικά και την αλληλεπίδρασή τους με το θαλάσσιο κύμα διαμορφώθηκαν οι ακτές και οι παραλίες. Το σφράγισμά τους οδηγεί σε υποβάθμιση και συρρίκνωση», εξηγεί ο κ. Αναγνώστου.
«Η μονοδιάστατη ανάπτυξη του παράκτιου μετώπου της Αττικής, που εφαρμόστηκε τα τελευταία 80 χρόνια, πρέπει να αλλάξει ολοκληρωτικά. Απαιτείται μια άλλη πολιτική, στήριξης των παράκτιων πόρων και προστασίας της φύσης», υπογραμμίζουν οι ερευνητές.
Προτάσεις για αναβάθμιση των παραλιών
Μελετώντας το ευαίσθητο παραλιακό μέτωπο, οι ερευνητές του ΕΛΚΕΘΕ και του ΕΚΠΑ υπογραμμίζουν την ανάγκη ολοκληρωμένης διαχείρισης της παράκτιας ζώνης. Απαιτείται «έλεγχος των επιπτώσεων των ανθρώπινων παρεμβάσεων στο περιβάλλον» και μάλιστα όχι μόνο δίπλα στη θάλασσα: «Η τροποποίηση της ενδοχώρας επηρεάζει με πολλούς τρόπους τους πόρους των παράκτιων ζωνών (φράγματα διαφόρων ποταμών, χώροι υγειονομικής ταφής, εγκαταστάσεις αναψυχής κ.λπ.)». Ως «κύρια φιλοσοφία των δράσεων» αναδεικνύεται η βιώσιμη διαχείριση, δηλαδή η διασφάλιση πως οι ανανεώσιμες πηγές θα παραμείνουν διαθέσιμες στις μελλοντικές γενιές. Γι’ αυτό μιλούν για χρήση ήπιων τεχνικών, με οικολογικές αρχές.
«Είναι πολύ σημαντικό να διαφυλαχθεί η ποικιλότητα των μορφών. Υπάρχουν παραλίες με αμμουδιές ή βότσαλο, άλλες που είναι βραχώδεις, σημεία που υπάρχουν απότομες κλίσεις, που καταλήγουν σε μικρές παραλίες. Κάθε μία απ’ αυτές καλύπτει διαφορετικές ανάγκες του ανθρώπου, αλλά και της βιοποικιλότητας», σημειώνει ο κ. Αναγνώστου, ερευνητής του ΕΛΚΕΘΕ. Εξάλλου η φύση χρειάστηκε αιώνες για να τις σμιλέψει…
Θα μπορούσαν να γίνουν παρεμβάσεις για την αναγέννηση και αναβάθμιση σημείων στο παραλιακό μέτωπο, που σήμερα είναι προσβάσιμα στο κοινό; «Υπάρχουν σημεία, δεν είναι βέβαια πολλά. Εχουμε εντοπίσει ορισμένες παραλίες από το Ασκληπιείο της Βούλας μέχρι τη Βουλιαγμένη, που μπορούμε να τις βελτιώσουμε με πολύ ήπιες παρεμβάσεις. Επίσης, στο Φάληρο υπάρχουν σημεία που έχουν υποστεί διάβρωση κι απαιτείται αναπλήρωση και εξυγίανση του χώρου», λέει ο ερευνητής του ΕΛΚΕΘΕ. Μάλιστα, ο κ. Αναγνώστου αναφέρει πως δεν χρειάζεται χρήση αμμοληψιών, που προκαλούν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ασβεστολιθικό υλικό από νταμάρι, σε κατάλληλο μέγεθος. Το θαλάσσιο κύμα σε μία-δύο χρονιές θα το διαμορφώσει κατάλληλα.
Η μελέτη δίνει μια ιστορική ματιά της εξέλιξης, αλλά αφορά μάλλον περισσότερο το μέλλον, παρά το παρελθόν. Τι θα γίνει τα επόμενα 80 χρόνια, θα τσιμεντοποιήσουμε και ό,τι απέμεινε;
Πηγή: kathimerini.gr / nou-pou.gr